Οι Μωμόγεροι είναι μαγικοθρησκευτικές τελετές που τελούνταν την περίοδο του Δωδεκαημέρου, δηλαδή την περίοδο μεταξύ των Χριστουγέννων και των Θεοφανείων. Τα Φώτα «φωτίζεται ο κόσμος και φεύγουν τα κακά πνεύματα από τη γη».
Μώμος ήταν στην αρχαιότητα ο θεός της σάτυρας, η προσωποποίηση της μομφής και της κατηγορίας. Είναι ο θεός της χλεύης και του σκώμματος, της ειρωνείας και του σαρκασμού, προσωποποίηση της κοροϊδίας και της αποδοκιμασίας. Μωμόγεροι ήταν οι ιερείς του Μώμου, οι ακόλουθοί του, που χορεύοντας και τραγουδώντας σατίριζαν πρόσωπα και καταστάσεις.
Το 400 μ.Χ. ο επίσκοπος της Αμάσειας Αστέριος αναφέρεται σε έναν εορτασμό των ανθρώπων που περιέλαβε μεταμφιέσεις κάθε χρόνο την 1η Ιανουαρίου. Συνδέεται με τις διονυσιακές γιορτές στην αρχαία Ελλάδα με κοινό χαρακτηριστικό τις μάσκες και τις μεταμφιέσεις.
Οι Μωμόγεροι αποτελούν λαϊκούς αυτοσχέδιους θιάσους μασκαρεμένων ομάδων, που δίνουν παραστάσεις στις αυλές των σπιτιών, στις διασταρώσεις δρόμων, στις πλατείες των χωριών και των πόλεων. Οι ενδυμασίες των μεταμφιεσμένων από τις μάσκες με δέρματα ζώων ως τις δορές τράγου, τις αλεποουρές και τις ουρές λαγών που φοράνε ορισμένα πρόσωπα του θιάσου των Μωμογέρων δείχνουν την αρχαϊκή καταγωγή ορισμένων προσώπων του θιάσου. Η χρήση της μάσκας και του τομαριού είναι απλωμένη σε όλους τους πρωτόγονους λαούς. Αυτός που φοράει τη μάσκα εξομοιώνεται με το θεό στον οποίο ανήκει το ιερό ζώο. Επίσης οι ξεροί καρποί, τα βότανα, τα οπωρικά και άλλα γονιμικά σύμβολα που έχουν κρεμασμένα γύρω από το λαιμό τους σε αρμαθιές μερικά πρόσωπα του θιάσου ή υποκατάστατα συμβόλων, όπως τα ραβδιά που κρατάνε οι αρχηγοί των θιάσων, δείχνουν και αυτά τη μαγική και γονιμική αφετηρία των Μωμογέρων.
Τα άτομα που αποτελούσαν τους θιάσους ήταν κατά κανόνα νέοι άνθρωποι και προέρχονταν από το ίδιο χωριό. Σπάνια συνεργάζονταν νέοι από δύο ή και περισσότερα γειτονικά χωριά για να συγκροτήσουν θίασο. Παντού και πάντοτε οι όμιλοι συνοδεύονταν από οργανοπαίκτες. Το τραγούδι και ο χορός ήταν στοιχεία απαραίτητα για κάθε παράσταση.
Το περιεχόμενο, κατά κανόνα, είναι κωμικό, γι’ αυτό οι παραστάσεις των Μωμογέρων θεωρούνται κατά κάποιο τρόπο κωμωδία. Η κωμωδία όμως αυτή παίρνει σε μερικές περιπτώσεις κοινωνικές διαστάσεις και σατιρίζει τη διαφθορά και την αυταρχικότητα των Τούρκων κατακτητών.
Το πρόσωπο της νύφης δε λείπει σχεδόν ποτέ. Η νύφη συμβολίζει τη βλάστηση, τη γονιμότητα της γης. Η σύγκρουση δύο ανδρών, ενός νέου και ενός γέρου, για την κατάκτηση της γυναίκας και η τελική νίκη του νεότερου άντρα, είναι προφανώς επίσης κατάλοιπο ευετηριακής τελετουργίας. Ο νέος άντρας ενσαρκώνει τον καινούριο χρόνο, ενώ ο γέρος τον παλιό. Στο τέλος έχουμε πάντα θεραπεία ή ανάσταση οποιουδήποτε πληγωμένου ή πεθαμένου και χαρούμενο χορό για την ευτυχισμένη κατάληξη.
Ο σκοπός των παραστάσεων, άσχετα από την προέλευσή τους, κατέληξε να είναι κυρίως ψυχαγωγικός. Δευτερεύων σκοπός των παραστάσεων ήταν η συγκέντρωση φιλοδωρημάτων. Οι εισπράξεις, όσες ήταν σε είδος, άλλοτε μοιράζονταν σε φτωχές οικογένειες και άλλοτε καταναλίσκονταν στα γλέντια των μελών του ομίλου μετά τις παραστάσεις, ενώ όσες ήταν σε χρήμα, πήγαιναν σχεδόν πάντα στο ταμείο της κοινότητας, της σχολικής εφορείας ή της εκκλησιαστικής επιτροπής.